Τα κρατικά κανάλια δείχνουν φώκιες, ασπρόμαυρους πολέμους και συνομιλίες με κάτι βαρετά άτομα που συντάσσουν πρόταση με περισσότερες από πέντε λέξεις. Πώς να τραβήξουν τηλεθεατές όταν οι ιδιωτικοί σταθμοί δείχνουν μπουτάκι και αποθεώνουν τη φτήνια και την ελαφρότητα; Ο ανταγωνισμός είναι ανελέητος. Βεβαίως, για να κινηματογραφηθεί η φώκια θαλάσσης, χρειάζεται κόπος και χρήμα. Σε αντίθεση με την ξανθιά φώκια που ενδημεί στα πλατό. Εξανίσταται λοιπόν ο Κεδίκογλου: Η ΕΡΤ «έχει τριπλάσιο ως επταπλάσιο κόστος από άλλους τηλεοπτικούς σταθµούς και τετραπλάσιο ως εξαπλάσιο προσωπικό για πολύ µικρή τηλεθέαση: τη µισή σχεδόν και για τα τρία δηµόσια κανάλια µαζί, απ’ όση ένα µέσο εµπορικό κανάλι».
Δεν είναι αίσχος αυτό; Να έχει τετραπλάσιο προσωπικό από τα υπόλοιπα κανάλια; Για να συγκρίνουμε το αίσχος, βάζουμε στη συζήτηση το CNN, τα κρατικά κανάλια της Γαλλίας, τους σταθμούς της Βόρειας Κορέας. Η Ελλάδα έχει τον περισσότερο κόσμο. Και πώς μπήκε ο περισσότερος κόσμος στο Ραδιομέγαρο; Από το διαρκές έγκλημα των κυβερνήσεων, που μπάζωναν τους παλαιούς υπαλλήλους, καθιστώντας τους «αργόμισθους». Στόχος έπειτα από κάθε εκλογική αναμέτρηση, να βολευτούν άλλοι κομματικοί. Να βολευτούν ποικιλοτρόπως.
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Να μισθοδοτούνται εκατοντάδες άτομα που δεν πατούν το πόδι τους στην Αγία Παρασκευή. Να κοστολογούνται παραγωγούλες σε τιμές Χόλιγουντ. Να καταβάλλονται εξωφρενικοί μισθοί σε μέτρια στελέχη. Να ιδρύονται εταιρείες συγκάλυψης. Να προσλαμβάνεται νεαρός και να τον αντικαθιστά στα καθήκοντα ο συνταξιούχος πατέρας του.
Αυτά τα ήξερε ο Σίμος Κεδίκογλου, τα ήξερε ο Σαμαράς, τα ήξερε και ο Βενιζέλος. Εκείνοι εξέθρεψαν την κατάσταση, εκείνοι και οι όμοιοί τους στα κόμματα που κυβέρνησαν. Διαμαρτύρονται σήμερα και εκπλήσσονται που λειτούργησαν έξι λογιστήρια στην ΕΡΤ, έξι λογιστήρια που δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Κανείς δεν τους περιμάζεψε. Κανείς δεν έκανε ούτε τα βασικά. Η κυβέρνηση Σαμαρά δεν τόλμησε να κάνει την αξιολόγηση του προσωπικού.
Kαμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να ανανεώσει ριζικά το πρόγραμμα, να επιλέξει το ύφος μιας νέας κρατικής τηλεόρασης. Δεν έκανε ένα βήμα παραπέρα, να αφήσει τους δημοσιογράφους να δουλέψουν όπως εκείνοι νομίζουν. Δεν είχαν εμπιστοσύνη στους δημοσιογράφους που δουλεύουν στα κρατικά μέσα, δεν τους θεωρούσαν αντικειμενικούς. Τους διάλεξαν ώστε να μην είναι αντικειμενικοί, τους διάλεξαν με κομματικές ταυτότητες και με μακρά θητεία σε πολιτικό τρίψιμο. Κατόπιν οι πολιτικοί ένιωσαν άβολα. Η ΕΡΤ γινόταν εύκολα «το μαγαζί του άλλου»..
Τι θα μπορούσε να κάνει ο Αντώνης Σαμαράς απέναντι στο τέρας της κρατικής ενημέρωσης; Η δύσκολη απόφαση θα αφορούσε ξεκαθάρισμα. Πόσοι από τους 2.500 εργάζονταν στα αλήθεια; Πόσοι θα ήθελαν να κάνουν κάτι, αλλά είναι παροπλισμένοι; Πώς οριζόταν το ύψος των αποδοχών για τον καθένα; Τι περιθώρια αρπαγής κονδυλίων άφηναν οι παραγωγές; Αν υπήρχε πολιτική βούληση, θα λαμβάνονταν στοχευμένες αποφάσεις και όλα αυτά θα είχαν επιλυθεί. Αντ’ αυτού «πέφτει μαύρο» και γίνεται λόγος για επόμενη υγιή φάση, μέσω ΑΣΕΠ και με αξιοκρατία.
Τα πράγματα γίνονται λοιπόν ακόμη πιο περίπλοκα. Πώς μπορεί να μετρηθεί σε διαγωνισμό δημοσίων υπαλλήλων το ταλέντο του σκηνοθέτη ή αυτή η ειδική αύρα που περιβάλλει τους τηλεοπτικούς αστέρες; Θα συμφωνήσουν όλοι ότι με γραπτό διαγωνισμό, με πτυχία και προϋπηρεσία δεν κρίνεται η φωτογένεια, αυτό το «κάτι» που επιζητεί ο φακός. Δεν ξέρουμε ακόμη πού θα καταλήξει η επιλογή Σαμαρά. Ισως δημιουργηθεί ένας νέος, ανεξάρτητος ενημερωτικός φορέας. Ισως οι διαδικασίες να γίνουν αδιάβλητες. Ισως ζούμε σε άλλη χώρα.