Η επίσημη παρουσίαση του Μεσοπρόθεσμου Σχεδίου 2025- 2028 επιβεβαίωσε ότι η Αθήνα κατάφερε να εξασφαλίσει από τις Βρυξέλλες μεγαλύτερη αύξηση δαπανών, λόγω των πολύ καλλίτερων επιδόσεων του 2024. Αυτό που αποκαλύφθηκε, όμως, είναι ότι μιλάμε για 4 δισ ευρώ επιπλέον δαπάνες, δηλαδή περίπου 1 δισ ευρώ ετησίως.
Σημαίνει αυτό ότι ανοίγουν οι... κρουνοί; Κατηγορηματικά όχι, όπως ξεκαθάρισαν ο Κ. Χατζηδάκης και ο Θ. Πετραλιάς, “δείχνοντας”, όμως, προς το... ξέφωτο που δημιουργείται μετά το 2026, όταν δηλαδή πέφτουν οι χρηματοδοτικές ανάγκες για τα νέα εξοπλιστικά.
Που πάνε οι πληρωμές
Σύμφωνα με την κατ’ αρχήν συμφωνία με τους Ευρωπαίους, που μένει να επικυρωθεί τυπικά τον επόμενο μήνα, μιλάμε για αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά περίπου 3,7 δισ. ευρώ το 2025 και 2026 και περίπου 3,2 δισ. ευρώ το 2027 και 2028. Δηλαδή συνολικά περίπου 13,8 δισ ευρώ.
Πού πάνε αυτές οι δαπάνες;
Περίπου 1 δισ. ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο, είναι η εκτιμώμενη αύξηση των συντάξεων με βάση τις νέες συνταξιοδοτήσεις και την αύξηση με βάση τον πληθωρισμό και το ΑΕΠ (ειδικά για το 2026 ~1,4 δισ. ευρώ)
Περίπου 1 δισ. ευρώ ετησίως υπολογίζεται η συνήθης αύξηση των τακτικών δαπανών των φορέων Γενικής Κυβέρνησης και των Υπουργείων με βάση τις αναληφθείς υποχρεώσεις και τον πληθωρισμό (μισθώματα κτιρίων, ηλεκτρικό ρεύμα, καύσιμα, συντηρήσεις, δαπάνες διεθνών συμβάσεων και συνεισφορών της χώρας, ετήσια αύξηση της φαρμακευτικής και νοσοκομειακής δαπάνης κτλ.)
Οι φυσικές παραλαβές εξοπλιστικών προγραμμάτων εκτιμάται να αυξηθούν κατά 0,86 δισ. ευρώ το 2025, επιπλέον 0,48 δισ. ευρώ το 2026, επιπλέον 0,16 δισ. ευρώ το 2027 και να μείνουν σταθερές το 2028.
Τι μένει αφού αφαιρεθούν όλα τα παραπάνω; Περίπου 1 δισ ευρώ ετησίως, αλλά με έναν αστερίσκο: μεγάλο μέρος από αυτό το 1 δισ ευρώ θα απορροφά κάθε χρόνο το κόστος των εξαγγελιών που έχουν γίνει και θα αρχίσουν να εφαρμόζονται από την Πρωτοχρονιά του 2025.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1 μονάδα (440 εκ ευρώ) και η περαιτέρω μείωση κατά μισή μονάδα το 2027 με το διόλου ευκαταφρόνητο κόστος των 230 εκ ευρώ, η σταδιακή αύξηση του βασικού μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με ταχύτητα ανάλογη της αύξησης του κατώτατου μισθού και “καθαρό” ετήσιο κόστος 150 εκ ευρώ.
Ο «χώρος»
Υπάρχει όμως κι ένα “αλλά”: από τις διευκρινίσεις του οικονομικού επιτελείου κι από την ανάλυση των παραμέτρων του Μεσοπρόθεσμου, φαίνεται ότι από αυτό το 1 δισ ευρώ ετησίως, θα μένει κάποιο “περίσσευμα”.
Ειδικά από το 2026 και μετά, που οι αμυντικές δαπάνες σταθεροποιούνται, εκτιμάται ότι αν δεν υπάρξουν έκτακτες ανάγκες, θα υπάρχει “χώρος” περί τα 500 εκατ. ευρώ ετησίως για παρεμβάσεις μόνιμου χαρακτήρα. Και για να μην υπάρχει αμφιβολία για το είδος των παρεμβάσεων, ο υπουργός Οικονομικών μίλησε για μειώσεις φόρων.
Αν και είναι εξαιρετικά πρόωρο να αναζητήσει κανείς τη στόχευση αυτών των ελαφρύνσεων, μοιραία ο εκτιμώμενος ετήσιος “χώρος” των 500 εκ ευρώ περιορίζει τις επιλογές. Πρακτικά θα έλεγε κανείς ότι μπορεί να “χωρέσει” μια μείωση των συντελεστών φορολόγησης των επιχειρήσεων (σήμερα στο 22%) ή μια στοχευμένη αναμόρφωση των φορολογικών κλιμακίων για τα φυσικά πρόσωπα ή η πλήρης κατάργηση του Τέλους Επιτηδεύματος που εξακολουθεί να επιβαρύνει τα “μπλοκάκια” και τις επιχειρήσεις ή μια βελτίωση των κλιμακίων/συντελεστών του ΕΝΦΙΑ έτσι ώστε να απορροφηθούν οι επιβαρύνσεις από την επόμενη αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών.
Το στοίχημα και ο ΦΠΑ
Το μεγάλο στοίχημα, που θα λύσει τα χέρια του οικονομικού επιτελείου έτσι ώστε να μην ασφυκτιά στον στενό “κορσέ” του “κόφτη” των δαπανών, είναι η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Όχι, όμως, με έκτακτα και μη μετρήσιμα μέτρα- όπως πολλές φορές επιχειρήθηκε να πειστούν οι τεχνοκράτες της Τρόικας στις επώδυνες διαπραγματεύσεις- αλλά με παρεμβάσεις που θα έχουν μόνιμο δημοσιονομικό αποτύπωμα.
Επί της ουσίας μιλάμε για τη δέσμη των μέτρων που ξεκίνησαν να υλοποιούνται (υποχρεωτική διασύνδεση POS, πλατφόρμα myDATA, ηλεκτρονικά τιμολόγια, ψηφιακοί φορολογικοί και τελωνειακοί έλεγχοι κ.λ.π.) και που σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο μπορούν να περιορίσουν τις απώλειες εσόδων και να βάλουν στα κρατικά ταμεία περί τα 2,5 δισ ευρώ ετησίως ως το 2027.
Εφόσον αυτό το δημοσιονομικό όφελος πάρει την έγκριση της Κομισιόν ως μόνιμου χαρακτήρα, τότε και μόνο τότε ανοίγει ο δρόμος για μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ, χωρίς να διαταράσσεται το δημοσιονομικό “μονοπάτι” για τη μείωση του Χρέους, που έχουν χαράξει οι Βρυξέλλες...
Πηγή: iefimerida.gr