δεν είναι ο ιούλιος το καλοκαίρι. το καλοκαίρι είναι η πρώτη στιγμή που θα μπορέσουμε να ενώσουμε το νι το γιώτα το κάπα το ήτα το σίγμα το άλφα το μι και το έψιλον.
ΝΟΙΩΘΟΥΜΕ
μέσα στον χειμώνα είχα περπατήσει την ιπποκράτους κρατώντας ένα σύννεφο από την αποκριάτικη στολή μιας κοπέλας. νομίζω πως σε όποια γωνιά κοντοστάθηκα κρατώντας το σύννεφο, τώρα έχει μια ιδιότυπη υγρασία. σαν να ετοιμάζεται να βρέξει. είναι καλοκαίρι και ψάχνω να βρω αυτές τις γωνίες. και είναι ο βόμβος των κλιματιστικών που συνοδεύει την νύχτα. δεν είναι δυνατός. έχει ακριβώς την ένταση που μου επιτρέπει να μην τον προσέχω πολύ αλλά να μου γαμάει το κρανίο. είμαι ελάχιστα πιωμένος, η ώρα κοντεύει έντεκα και προσπαθώντας να μην νοιώθω μόνος ακουμπάω τις λεπτομέρειες της βόλτας μου. από κάπου ακούγονται ζάρια. πάνω, σε κάποιο μπαλκόνι, με έναν περίεργο ρυθμό. σαν να παίζει κάποιος μόνος του. τον φαντάζομαι κιόλας να σηκώνεται από το τραπέζι. σε κάθε καλή ζαριά να κατηγορεί τον εαυτό του για την τύχη του άλλου του εαυτού. από ένα άλλο σπίτι έρχεται η φωνή κάποιου παρουσιαστή να λέει ειδήσεις. δεν καταλαβαίνω τι λέει. πόσο μου αρέσει να μιλάνε αυτοί οι άνθρωποι και να μην καταλαβαίνω τι λένε. κατεβαίνω την ιπποκράτους. τσιγάρα έχω, εντάξει. μια επιθυμία ανατινάζεται μέσα μου. να σηκώσω τα χέρια μου και να τα χτυπήσω τόσο δυνατά που να σταματήσουν τα κλιματιστικά, τα ζάρια, οι τηλεοράσεις, όλα. είμαι σίγουρος πως τότε στην απόλυτη σιωπή θα αρχίσει να ακούγεται η μουσική από την αρτζεντίνα των χειμερινών κολυμβητών.
δεν είναι εδώ το καλοκαίρι. το καλοκαίρι είναι στο (νότα) αυτή η νύχτα μένει / για αύριο ποιος ξέρει (νότα)
ΖΩΝΤΑΝΟΙ
μια μύγα. μια μύγα έρχεται στην αριστερή σου γάμπα την ώρα που κοιμάσαι. δεν περνάν δύο δευτερόλεπτα και κουνάς το πόδι. η μύγα φεύγει. πρόλαβε να σε αγγίξει. και τώρα πια υπάρχει σε αυτό το σύμπαν ακόμα ένα πλάσμα που σε έχει αγγίξει. ζηλεύω. έρχομαι και έτσι όπως κοιμάσαι ανάσκελα και με τις δύο μου παλάμες αγγίζω τα βυζιά σου. χαμογελάς στον ύπνο σου. κοιτάω λίγο τα δόντια σου που ξεπροβάλλουν μέσα από τα χείλη σου. λευκά. κοιτάω τα σεντόνια. σκληρά, χωρίς μαλακτικά και αρώματα. λευκά και αυτά. κοιτάω το κάτω μέρος της πόρτας που αφήνει τον ήλιο να μπαίνει έρπην στο δωμάτιο. λευκός σε λευκό πάτωμα. μου αρέσεις γιατί σε κάθε σου υποταγή με τσιμπάς και με ένα μικρό αγκάθι αβεβαιότητας. στις κοφτές σου ανάσες οι γάτες που περνάν τις νύχτες έξω από το δωμάτιο σταματάνε. γιατί η αφήγηση σου ξεπερνά το συμβάν. γιατί το δέρμα σου έχει ένα χρώμα που μου προκαλεί πυρετό. γιατί όταν κολυμπάς η θάλασσα μετατρέπεται σε υγρή αγκαλιά από την καύλα της. γιατί υπάρχουν πια τριών ειδών τσίπουρα. με γλυκάνισο, χωρίς γλυκάνισο και το τσίπουρο που πίνω μαζί σου. γυρνάω πάλι να σε κοιτάξω.
δεν είναι έξω το καλοκαίρι. το καλοκαίρι είσαι εσύ.