όκκινο φανάρι, γωνία Θεμιστοκλέους και Σόλωνος. Στο απέναντι πεζοδρόμιο ένα ανθρώπινο ποτάμι χύνεται προς τα κάτω. Άνθρωποι και ποντίκια. Μια αναίτια βιασύνη κάνει τα βήματά μου να φεύγουν πιο μπροστά. Περπατάω ως συνήθως με το κεφάλι κάτω, κοιτώντας τις πλάκες του πεζοδρομίου. Μπας και μου πούνε μυστικά. Μπας και ανακαλύψω πάνω τους το νόημα του κόσμου. Πέφτω πάνω σου, ζητάω συγγνώμη, λες δεν πειράζει. Ποτέ δεν πειράζουν πολύ οι παράφορες συγκρούσεις μεταξύ αγνώστων στα φανάρια. Σε έψαχνα χωρίς να το ξέρω. Στέκομαι δίπλα σου. Μπαίνω στον προσωπικό σου χώρο. Νομίζω πως κολυμπώ σε μια παχύρευστη λίμνη από λευκό ζελέ. Που δεν έχει πήξει ακόμα. Και μυρίζει ωραία.
Φιλοξενία ιστοσελίδας Operon