Και η μέρα αυτή, η ίδια πάντα μέρα, θα συνεχιστεί με παρεξηγήσεις, νεύρα και ένα αίσθημα πνιγμού σε ήρεμη θάλασσα. Θα γυρίσεις σπίτι και θα αρχίσεις να τσακώνεσαι με το κορίτσι που γνώρισες μόλις 3 ημέρες πριν, σε μια αυγουστιάτικη αθηναϊκή ταράτσα, ένα από εκείνα τα απάνεμα σαββατόβραδα που οι μπύρες και τα φιλιά ανταλλάσσονται με την ίδια ευκολία, γιατί είναι καλοκαίρι και ο ήλιος μας έχει καθαρίσει λίγο το βλέμμα. Αλλά θα τσακωθείτε και θα νιώσεις πάλι μόνος, όχι ελλείψει πόθου, αλλά ελλείψει τόπου.
Και πάνω εκεί θα έρθει ένας φίλος και θα απλώσει το χέρι, αλλά εσύ, όντας πια σε θέση άμυνας λόγω ξεριζωμού από την ίδια τη μέρα σου, θα το δεις ως επίθεση και θα αντεπιτεθείς. Ευτυχώς οι φίλοι, οι πραγματικοί, εκείνοι που στη θέση των τοτέμ βάζουν πράσινους αναπτήρες, εκείνοι που προτιμούν να περπατήσουν μέσα στο κρύο όλη την Αλεξάνδρας για να μείνουν λίγη ώρα παραπάνω μαζί, εκείνοι οι φίλοι και άλλοι σαν κι αυτούς, καταλαβαίνουν.
Και την επόμενη μέρα σε καλούν για φαγητό, μόνο που εσύ δε μπορείς, γιατί η επόμενη μέρα είναι μια καλύτερη μέρα, την επόμενη μέρα είσαι στη σελίδα 140, την επόμενη μέρα πίνεις τον καφέ στο μπαλκόνι χαζεύοντας τις γάτες της πλατείας να σκαρφαλώνουν στα δέντρα, την επόμενη μέρα το κορίτσι θα σου ζητήσει συγγνώμη και θα σε ταΐσει στο στόμα σπιτικό τζισκέικ με σούπα φράουλας.
ΥΓ: Δεν υπάρχει στραβός ορίζοντας, μόνο στραβά βλέμματα. Αλλά ευτυχώς το δικό σου δεν ανήκει σε αυτά. Ήθελα να στο πω κάποια στιγμή.
Με εκτίμηση,
Χ.