Ο Αντών’ς, όπως τον αποκαλούσαν με αγάπη στη λημνιακή διάλεκτο ορισμένοι παιδικοί φίλοι του, «έφυγε» έχοντας παλέψει με ανεξάντλητη θέληση για ζωή και δύναμη την επάρατη νόσο.
Και την νίκησε για όσο χρειάστηκε ώστε να καμαρώσει τις κόρες του, Μάλαμα (Μίτσα) και Αναστασία να νυμφεύονται τους εκλεκτούς των καρδιών τους, Αλέξανδρο και Βασίλη, αντίστοιχα και να δει να γεννιούνται τα εγγονάκια του.
Δεν το έβαλε κάτω ο Αντώνης Κυμπρίτης έχοντας πάντα στο πλευρό του, την αγαπημένη του σύζυγο και συνοδοιπόρο, Δέσποινα. Οι δύο τους άλλωστε για χρόνια και ως μετανάστες στην Αφρική, μαζί, έδωσαν ουκ ολίγες «μάχες», άοκνα για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, να δημιουργήσουν την επιχείρησή τους.
Ο Αντώνης Κυμπρίτης
Δεν τον φοβόταν τον θάνατο. Ηταν ήρεμος μέχρι το τέλος. Είχε επισκεφτεί το Αγιο Ορος πολλές φορές, είχε βρει εσωτερική γαλήνη. Δεν αναρωτήθηκε ποτέ το «γιατί;» έλαχε αυτό το άχθος σε εκείνον.
Ηταν πρότυπο ανθρώπου, οικογενειάρχη, φίλου και επιχειρηματία. Πρότυπο χριστιανού, πρέσβευε τις αξίες της αγάπης και της αλληλεγγύης, βοηθούσε, χωρίς να το ξέρει κανείς όσους είχαν ανάγκη. Και ο Θεός τον πήρε κοντά του, αλλά μέχρι και την τελευταία στιγμή, τον άφησε στο σπίτι του, με την αγαπημένη του Δέσποινα, εκεί, πάντα δίπλα του.
Το βάρος μίας τόσο μεγάλης απώλειας εναποτίθεται κυρίως στους ώμους της οικογένειας. Αλλά μπορεί να πει με σιγουριά κάποιος για τον θάνατο του Αντώνη Κυμπρίτη πως κατέστησε την κοινωνία -τουλάχιστον- της Λήμνου πιο φτωχή.
Γέμισε η πλατεία του Πλατύ από κόσμο που θέλησε να τον συνοδεύσει την Πέμπτη, να του πει το τελευταίο «αντίο» σε αυτό το ταξίδι.
Ενδεικτικό της αγάπης που του έτρεφαν ότι ο ιερέας που διάβασε την Νεκρώσιμη Ακολουθία, προ της Εξοδίου Ακολουθίας, έκλαιγε με λυγμούς, μαζί με τους παρευρισκόμενους. Χρειάστηκε να διακόψει ουκ ολίγες φορές για να ανακτήσει την κυριαρχία των ευχών του.
Πάντα πράος ο Αντώνης, ενέπνεε σεβασμό και εκτίμηση. Σε κάθε του βήμα, προσωπικό και επαγγελματικό, ήταν μαχητής. Αλλά είχε μία «αδυναμία» και την εκμυστηρευόταν συχνά στην σύζυγό του, Δέσποινα. Ηταν μία έννοια: Να μεγαλώσει σωστά τα παιδιά του.
Αγαπούσε το διάβασμα, την ενημέρωση. Και τη φύση, ειδικά τη θάλασσα και το ψάρεμα. Εξορμήσεις ατελείωτες στις παραλίες της Λήμνου με την παρέα του, φίλους παιδικούς, αναπολώντας στιγμές ανεμελιάς, αλλά και χρόνια δύσκολα.
Ηταν τότε άλλωστε που και εκείνος, όπως εκατοντάδες χιλιάδες πήραν το δρόμο της ξενιτιάς. Βρέθηκε στην Αφρική. Ξεκίνησε με τίποτε στην τσέπη, όπως οι περισσότεροι ομογενείς. Αλλά, επίσης, εργάστηκε σκληρά. Ηταν άξιος και γι’ αυτό προχώρησε. Βοηθήθηκε, όπως και βοήθησε. Δεν παρέλειψε ποτέ να ανταποδώσει πολλαπλά για κάθε καλό στη ζωή του. Και δεν παραπονέθηκε στα άσχημα.
Πάντα ευγενικός ο Αντώνης σε κέρδιζε με την ηρεμία του χαρακτήρα του. Ποτέ δεν προσπαθούσε να επιβάλει τη γνώμη του. Ακουγε πολύ και μιλούσε λίγο. Μόνο όταν εκείνος έκρινε πως έπρεπε. Αφού επεξεργαζόταν με προσοχή όλες τις απόψεις, με το δικό του «μαιευτικό» τρόπο έθετε ερωτήματα που σε έκαναν να αναθεωρήσεις.
Ηταν ευχάριστος, με πηγαίο χιούμορ, ακόμη και όταν ήταν προβληματισμένος για κάποια παραγγελία για την επιχείρησή του. Πειθαρχημένος, άνθρωπος με γνώσεις. Συνειδητοποιημένος, σχεδόν ποτέ δεν άφηνε τίποτε στην τύχη. Είχε ποιότητα ο Αντώνης Κυμπρίτης…
Ηταν δυνατός και φάνηκε σε όποια μάχη και αν έδωσε. Οι αναμνήσεις της οικογένειάς του, των δικών του ανθρώπων, των επαγγελματιών και των Αρχών της Λήμνου, αλλά και πολύ παραπέρα, από την Αυστραλία έως την Αφρική και από την Ελλάδα έως την Αμερική, για το πρόσωπό του, οι καλύτερες.
Η αγκαλιά του, πάντα εγκάρδια, το ίδιο αληθινή, είτε επρόκειτο να κρατήσει τα δικά του παιδιά του, είτε υποδεχόταν τα παιδιά των παιδικών του φίλων στο αεροδρόμιο.
Είχε ποιότητα ο Αντώνης Κυμπρίτης και ανεπιτήδευτα την διέχεε γύρω του. Στην οικογένειά του, στις παρέες του, στην επιχείρησή του… Γι’ αυτό μπορεί να λείπει, αλλά θα είναι πάντα εκεί. Στο νησί, στο αγαπημένο μαγαζί του, δίπλα στους δικούς του ανθρώπους, σε κάθε έναν που έχει ανάγκη.
Του ανταποκριτή του Εθνικού Κήρυκα της Νέας Υόρκης, Γιάννη Σοφιανού