Είναι η πρώτη φορά που ένα μέλος της Ομάδας των Επτά (G7) βιομηχανικά ανεπτυγμένων κρατών κάνει αυτό το βήμα, κλείνοντας το κεφάλαιο του άνθρακα και ανοίγοντας το δρόμο για πιο πράσινες και βιώσιμες ενεργειακές πηγές. Η κίνηση αυτή θα έχει μεγάλες συνέπειες, όχι μόνο για το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο, καθώς αντανακλά τη συλλογική προσπάθεια για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Ο σταθμός παραγωγής ενέργειας, ο οποίος βρίσκεται στο Ράτκιφ-ον- Σορ ανάμεσα στο Ντέρμπι και το Νότιγχαμ, στην καρδιά της Αγγλίας, πρόκειται να διαλυθεί εντελώς μέχρι το τέλος της δεκαετίας, σύμφωνα με τη γερμανική εταιρεία ενέργειας Uniper, η οποία είναι η ιδιοκτήτρια εταιρεία του σταθμού, πριν δημιουργηθεί στο ίδιο σημείο ένας “πόλος τεχνολογίας και ενέργειας χωρίς άνθρακα”.
Ο άνθρακας συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική ανάπτυξη του Ηνωμένου Βασιλείου από τον 19ο αιώνα και μέχρι τη δεκαετία του 1990. Αυτή η εξαιρετικά ρυπογόνα ενέργεια εξακολουθούσε να παράγει στη δεκαετία του 1980 σχεδόν το 70% του ηλεκτρισμού της χώρας. Στη συνέχεια το ποσοστό αυτό μειώθηκε θεαματικά: 38% to 2013, 5% to 2018 kai 1% πέρυσι.
Για να απαλλαγούν από τον άνθρακα, οι Βρετανοί τον αντικατέστησαν με το φυσικό αέριο, ένα ορυκτό καύσιμο που θεωρείται ως λιγότερο ρυπογόνο και χρησιμοποιήθηκε το 2023 για την παραγωγή ενός τρίτου της ηλεκτρικής ενέργειας. Το ένα τέταρτο παράγεται από αιολική ενέργεια , μια αξιοσημείωτη αναλογία. Η πυρηνική ενέργεια αντιστοιχεί περίπου στο 13%.
Μια νέα εποχή καθαρής ενέργειας
Για τους κατοίκους της Βρετανίας, η μετάβαση μακριά από τον άνθρακα αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους στην προσπάθεια μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και στην επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα. Το κλείσιμο του τελευταίου σταθμού άνθρακα σηματοδοτεί την ολοκλήρωση μιας διαδικασίας που είχε ξεκινήσει από το 2015, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης του άνθρακα μέχρι το 2025. Ωστόσο, το κλείσιμο του σταθμού που είχε εγκαινιασθεί το 1867 , πριν από την τελική προθεσμία δείχνει τη δέσμευση της χώρας να κινηθεί γρηγορότερα προς μια οικονομία μηδενικών εκπομπών. Σηματοδοτεί τη φιλοδοξία του Λονδίνου να αφαιρέσει πλήρως τον άνθρακα από την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος μέχρι το 2030 και στη συνέχεια να καταλήξει σε μια “ουδέτερη κατάσταση” σε ό,τι αφορά τη χρήση του άνθρακα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απόφαση αυτή θα επιφέρει βελτίωση στην ποιότητα του αέρα, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές, όπου η καύση του άνθρακα και άλλων ορυκτών καυσίμων προκαλεί σοβαρά προβλήματα δημόσιας υγείας. Επίσης, η απεξάρτηση από τον άνθρακα θα συμβάλει στη μείωση του ενεργειακού κόστους, καθώς οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η ηλιακή και η αιολική, καθίστανται πιο αποδοτικές και προσιτές.
Κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις
Παρά τα θετικά περιβαλλοντικά αποτελέσματα, υπάρχουν ανησυχίες για τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες αυτής της μετάβασης. Οι περιοχές της Βρετανίας που βασίζονταν ιστορικά στην παραγωγή άνθρακα και τη βιομηχανία θα αντιμετωπίσουν προκλήσεις, καθώς οι θέσεις εργασίας στον τομέα αυτόν εξαφανίζονται. Ωστόσο, η βρετανική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να επενδύσει σε νέες, “καθαρές βιομηχανίες”, δημιουργώντας θέσεις εργασίας στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην τεχνολογία αποθήκευσης ενέργειας και στην υποστήριξη δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας.
Η μακροπρόθεσμη επιτυχία θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της χώρας να υποστηρίξει την επανεκπαίδευση και τη μετάβαση των εργαζομένων σε αυτούς τους νέους τομείς. Επιπλέον, η κυβέρνηση του σερ Κιρ Στάρμερ, σημειώνουν οι αναλυτές, θα πρέπει να βρει τρόπους να διασφαλίσει ότι η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας δεν θα τεθεί σε κίνδυνο, επενδύοντας σε τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας για τη σταθεροποίηση του δικτύου.
Διεθνείς επιπτώσεις: Ό κανόνας ή η εξαίρεση;
Η απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου έχει σημαντικές συνέπειες και σε διεθνές επίπεδο. Ως ένα από τα πιο ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη, η κίνηση αυτή στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα για την ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης. Η έξοδος από τον άνθρακα μπορεί να ενθαρρύνει και άλλες χώρες, ειδικά τις υπόλοιπες της G7, να επιταχύνουν τις δικές τους προσπάθειες για την κατάργηση των ορυκτών καυσίμων. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει ένα παγκόσμιο φαινόμενο «ντόμινο», επιταχύνοντας την παγκόσμια μετάβαση σε καθαρές ενέργειες.
Ωστόσο, παραμένει αβέβαιο εάν άλλες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα της Βρετανίας με τον ίδιο ρυθμό. Ο άνθρακας παραμένει μια από τις βασικές πηγές ενέργειας σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και η μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές απαιτεί μεγάλες επενδύσεις. Οι παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι οικονομικές προκλήσεις, θα επηρεάσουν σημαντικά το πόσο γρήγορα και ομαλά μπορεί να γίνει αυτή η μετάβαση σε άλλες περιοχές του κόσμου.
Ένας νέος δρόμος για το μέλλον
Το κλείσιμο του τελευταίου σταθμού άνθρακα στη Βρετανία σηματοδοτεί ένα κομβικό σημείο στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής. Η απόφαση αυτή αντικατοπτρίζει την αλλαγή νοοτροπίας σχετικά με την ενέργεια και το περιβάλλον, και υποδεικνύει ότι η μετάβαση σε ένα πιο πράσινο μέλλον είναι εφικτή. Για τη Βρετανία, η μετάβαση σε καθαρές πηγές ενέργειας προσφέρει την ευκαιρία να ηγηθεί της διεθνούς προσπάθειας για την κλιματική δράση και να προωθήσει τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Αν και οι προκλήσεις είναι σημαντικές, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο, τα οφέλη για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία είναι αναμφισβήτητα. Η Βρετανία βρίσκεται στην αιχμή ενός νέου κεφαλαίου στην ενεργειακή της ιστορία και το μέλλον υπόσχεται να είναι πιο καθαρό, πιο βιώσιμο και πιο ανθεκτικό.























