αυτά κι άλλα πολλά σκεφτόμουν κι είχε περάσει η ώρα και μισοζαλισμένη έτρεξα να προλάβω το τελευταίο λεωφορείο που θα μ'έφτανε μέχρι το σταυροδρόμι να βαδίσω βιαστικά μέχρι το ανήλιαγιο ημισόγειο, να σφαλίσω με δύναμη την πόρτα στις έγνοιες, πριν με κατακλύσουν, μπας και με πάρει αμέσως ο ύπνος, να αφεθώ πονετικά τα χέρια του σαν να μην υπάρχει αύριο.