Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Ιστορίες>>Κυριακή

the roots web banners 06

Κυριακή
25.11.2013 | 16:07

Κυριακή

Συντάκτρια:  Κυριακή Κατσάκη
Κατηγορία: Ιστορίες

Από το tintoothwordpress.com

Όχι, όχι, μην το λες αυτό. Πάρτο πίσω. Μη ξαναπείς ότι είσαι ερωτευμένος μαζί μου. Ούτε ότι δίνω νόημα στο τίποτε που υπάρχει εκεί έξω. Ούτε ότι θες απεγνωσμένα σε κάτι να πιστέψεις, κάτι όμορφο, κάτι ευγενικό, γιατί δεν αντέχεις άλλο την αρρώστια γύρω σου.

Έλα να παίξουμε το ασφαλές παιχνίδι μας. Να βρισκόμαστε πότε πότε τα σαββατοκύριακα και να ανεβάζουμε την παράσταση “Ερωτευμένο Ζευγάρι”. Θα κουβεντιάζουμε, θα πίνουμε πολύ, θα γελάμε όσο μπορούμε και θα γαμιόμαστε. Εσύ θα μου χαϊδέυεις τα μαλλιά κι εγώ θα σου μαγειρεύω. Κοίτα είμαστε σχεδόν κανονικοί. Και χωρίς να το καταλάβουμε θα περάσει η φριχτή Κυριακή.

Όχι δεν μπορώ να βρεθούμε μεθαύριο. Να κοιμάσαι δίπλα σ’ ένα ζεστό κορμί είναι πολύ τρυφερή παγίδα. Χωρίς να το καταλάβεις οι μέρες γίνονται μήνες, και οι μήνες χρόνια. Και είμαστε αρκετά μεγάλοι, πουλί μου, για να μην καταλαβαίνουμε τη διαφορά του αληθινού και του φτιαχτού. Την άλλη εβδομάδα, δεν ξέρω. Θα δούμε.

Δεν είναι αυτό σκληράδα, μη με κατηγορείς, μη θυμώνεις. Σκληράδα είναι να το ζεις κανονικά, εκρηκτικά, και μια μέρα να το χάνεις. Να σου το παίρνουν βίαια. Κι εκεί που με μια κουβέντα του άντεχες οριακά το γκροτέσκο γύρω σου, τώρα σου μένει μια τεράστια σιωπή: Μη φοβάσαι έλεγε κι έπαιρνες ανάσα. Ξεχνούσες για λίγο τον πατέρα, που ήρθε μια μέρα να σε βρει κλαίγοντας. Γερασμένος, εύθραυστος, ανήμπορος- ο γίγαντάς σου είχε σπάσει. Μη φοβάσαι έλεγε και ξεχνούσες για λίγο τους φίλους σου με τα θολά βλέμματα, ανδρείκελα, σκιές των εαυτών τους. Μη φοβάσαι έλεγε και ξεχνούσες για λίγο τους ανθρώπους με τα δάχτυλα γραπωμένα στο συρματόπλεγμα, τους κατατρεγμένους όλους που έχουν πάντα τα πιο μεγάλα μάτια, το αίμα των αυτόχειρων που μας ποτίζει ανεξίτηλα, το βόθρο που ξεχύνεται από την τηλεόραση, τα γκλομπ των μπάτσων που ανεβοκατεβαίνουν με λύσσα, τα μαχαίρια των φασιστών που ακονίζονται σ’ ένα δωμάτιο κάτω από μια εικόνα του Χριστού και μια σημαία. Ξεχνούσες για λίγο τη σφαγή. Τη σφαγή. “Είμαι εγώ το πρόβατο”, του έγραφες. “Το πρόβατο μπροστά στην αστραφτερή λεπίδα. Το τρελαμένο βλέμμα μου ψάχνει εσένα. Όχι για να με σώσεις. Μα για να σταθώ για λίγο στην κόγχη των ματιών σου. Λίγο να ξεχάσω που με έχουν βάλει κάτω”. “Ξεκουράσου ομορφιά μου”,απαντούσε εκείνος κι εσύ κούρνιαζες. Σκληράδα είναι να μην έχεις πια πουθενά να σταθείς, πουθενά να ξεκουραστείς και κανέναν να σου πει να μη φοβάσαι. Γιατί τώρα είσαι μόνος σου. Κι απέναντί σου η χολέρα του κόσμου όλου.

Γι’ αυτό μη μιλάς για έρωτες. Άλλη μια τέτοια απώλεια, να ξέρεις, μπορεί να μας σκοτώσει. Έλα εδώ τώρα- το μόνο που έχουμε είναι μια αγκαλιά δανεική και πρέπει να την κάνουμε να είναι αρκετή. Και μπορεί μια μέρα να βρούμε την άλλη θάλασσα, την άλλη απαλοσύνη, που τραγουδούν οι ποιητές. Μπορεί και όχι. Εν τω μεταξύ πρέπει να αντέξουμε, μαζί αλλά μόνοι, πάντα τελικά μόνοι. Γιατί η σφαγή συνεχίζεται.

 

Ακολουθήστε το limnosfm100.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Μοιραστείτε το