Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Ιστορίες

the roots web banners 06

Ιστορίες

05.08.2013 | 13:04

Γράφει ο kapakapamoiris

Της είπε «θέλω να το κάνουμε σε ένα ρημαγμένο φτηνιάρικο ξενοδοχείο, θα φέρω γω καθαρά σεντόνια».

Έφερε.

Tα ‘βγαλε στην κοιλιά της, γύρω απ’ τον αφαλό.

03.08.2013 | 14:30

Από το Silentcrossing's Blog

Πάμε όμορφε μου, εκεί που λένε οι ποιητές πως ο ουρανός δε λιγοστεύει ούτε στιγμή το λάδι του ματιού μας, στη Γαύδο και στην Αμοργό, στη Σίφνο, στη Φολέγανδρο, με ένα παλιό παπάκι να διασχίσουμε το καλοκαίρι να τους ξεχάσουμε όλους στου πρωινού ήλιου την παρέλαση. Χωρίς λεφτά, χωρίς μαγιό και χωρίς έθνη, πατρίδα μας θα είναι τα πλοία που φεύγουν φωτισμένα απ’ τον Πειραιά, σύνορα μας οι λαδιές σε χάρτινα τραπεζομάντηλα, κράτος τα ιδρωμένα μας σεντόνια σε νοικιασμένα δωμάτια, εθνικός μας ύμνος τα ροδάκια της βαλίτσας στην προκυμαία.

01.08.2013 | 03:53

Γράφει ο kapakapamoiris

Μούσκεμα. Ο ανεμιστήρας πασχίζει φιλότιμα αλλά δεν καταφέρνει να τρομάξει τον ιδρώτα που εγκαταλείπει απελπισμένος κάθε πόρο μου.

Λήθαργος. Το στρώμα από κάτω μου έχει ποτίσει. Ώρες ώρες νομίζω πως ακούω κύματα. Θα χρειασθεί άλλαγμα μετά το σεντόνι. Μετά. Τώρα ακόμη και το να πνιγώ μέσα στον ιδρώτα μου φαίνεται ευλογία. Όχι σαν τους ανόητους ερασιτέχνες που πνίγηκαν, όπως λένε τα τραγουδάκια, μέσα στα δικά τους δάκρυα. Αν το κάνεις, καν’ το σωστά. Αντρίκια. Στα βαθιά.

30.07.2013 | 14:47

Από το mpananas

(έφυγε που λες ο αδελφός την Παρασκευή. Στο καράβι έγραψε το παρακάτω κείμενο και εγώ με την άδεια του το δημοσιεύω εδώ.)

«Πότε θα ξεκαθαρίσεις τα πράγματα σου;» «Πότε θα αδειάσεις τα συρτάρια σου;» «Πότε θα μαζέψεις όλα αυτά τα πράγματα για την αποθήκη;» Πότε, πότε, πότε; Αυτή ήταν η γυναίκα μου που δικαίως αναρωτιόταν πότε θα έμπαινα στο παιχνίδι της προετοιμασίας για την μεγάλη μας φυγή από τη χώρα. Εγώ από την άλλη σε κόντρα με όλον αυτόν τον πανικό απαντούσα και γλίτωνα κάθε φορά με διάφορα τεχνάσματα. Την μία κάτι είχα να κάνω με τις μικρές, την άλλη ήμουν λιώμα, κουρασμένος, την άλλη είχαμε κάτι πιο σημαντικό να κάνουμε.

28.07.2013 | 16:05

Από το kospanti

Είμαι αυτός που μαζεύει τα σκουπίδια κι αδειάζει τα τασάκια πάνω στο βαπόρι. Αποφάγια κι αποτσίγαρα. Κάποιος πρέπει να το κάνει ξέρεις. Ούτε ναυτικό με λες μήτε και σκουπιδιάρη, πουθενά δεν ανήκω, πουθενά! Σέρνω πάνω κάτω στο κατάστρωμα μια πελώρια πλαστική σακούλα μαζεύοντας ότι βρίσκω, φορώντας αυτή τη γελοία στολή. Και με μπουνάτσα και με καιρό, για ώρες, για όσο κρατάει το ταξίδι. Οι επιβάτες; Με μισούν! Εγώ όλο «με συγχωρείτε» και «να περάσω παρακαλώ;» κι αυτοί εκεί, να με κοιτούν με μια σιχαμάρα στα μάτια. Κάλλιο η αδιαφορία παρά σιχαμάρα! Ίσως πάλι να φταίει που μου λείπει ένα μπροστινό δόντι – να δες εδώ – και που γι’ αυτό ποτέ μου δεν τους χαμογελώ καθώς μαζεύω τα σκουπίδια απ’ τα τραπέζια. Θα δείχνω απόμακρος, αυστηρός και βλοσυρός, ίσως ακόμα και λιγάκι τρελούτσικος.

28.07.2013 | 15:21

Γράφει η ouming

Κατεβαίνοντας ένα απόγευμα με το αυτοκίνητο από τη Χώρα είδα ένα εκκλησάκι από αυτά που χτίζουν στην άκρη του δρόμου για τα θύματα των τροχαίων. Ήταν στολισμένο με μια φρέσκια ανθοδέσμη και μια φωτογραφία. Καθώς το προσπερνούσα, αναγνώρισα στη φωτογραφία τη μορφή του χασάπη, που σκοτώθηκε πριν από κάποια χρόνια σε ένα θολό ατύχημα, αυτοκινητιστικό για κάποιους, αυτοκτονία για κάποιους άλλους - αυτούς που αντέχουν φαντάζομαι να παραδέχονται τέτοια συμβάντα στις μικρές κοινωνίες των νησιών. Ο χασάπης και το ατύχημά του, με όλη τη θολότητά του, από την αρχή μου προξένησε μια σειρά έντονων και ανάμικτων συναισθημάτων, παρόλο που δεν τον γνώριζα παρά μόνο από τις λιγοστές συναλλαγές που είχαμε στο μαγαζί του.

27.07.2013 | 15:55
Από το Quasar   Ζηλεύω τους αισιόδοξους. Θαυμάζω όσους αντέχουν.   Βλέπω καμιά φορά στη μάντρα κάτι γάτους. Τρισάθλιοι, αναμαλλιασμένοι, βρωμεροί, τρέχει το πύον από το μοναδικό τους μάτι. Παρά τα χάλια τους στέκουν εκεί στη μάντρα ευθυτενείς και λιάζουν τις πληγές τους, σαν να μην τρέχει τίποτα. Παρότι ηττημένοι κατά κράτος, καμώνονται τους ρωμαλέους και νιαουρίζουν απειλητικά, χωρίς καμιά απολύτως σκέψη να λακίσουν, στη θέα του ανταγωνιστή τους που λίγο πριν τους κατατρόπωσε. Θέλω να τους χαϊδέψω το κεφάλι, αλλά ποτέ δεν θα με αφήσουν.
27.07.2013 | 15:51

Από το vita moderna

Θεωρητικά, αν μπορούσα, δεν θα γύριζα ποτέ ξανά εδώ. Όμως τόσο συκοφάντησα μέσα μου (και έξω μου) τον τόπο που γεννήθηκα, τόσο επιχειρηματολόγησα εναντίον του μέσα στα χρόνια, που στο τέλος άδειασα από λέξεις, σχεδόν βουβάθηκα. Τώρα πια επιστρέφω μόνο κάποια καλοκαίρια, σαν προσκύνημα περισσότερο παρά για διακοπές, διαπιστώνοντας κάθε φορά πως ό,τι φυτρώνει στο χωράφι του καθενός μας αρδεύεται από την ίδια πηγή: την παιδική ηλικία.

26.07.2013 | 16:12

Από τα χαμένα επεισόδια

Οι απολογισμοί είναι σαν μικρές βραχονησίδες στη μέση του πελάγους. Υπό κανονικές συνθήκες, αν ας πούμε ταξιδεύεις με το πλοίο της γραμμής για το μεγάλο νησί με τις μικρές παραλίες και τα πράσινα νερά, δεν θέλεις σε καμία περίπτωση να πέσεις πάνω τους, αν όμως είσαι ήδη ναυαγός αυτή η στεριά είναι η μόνη σου σωτηρία. Ο απολογισμός σαν επιλογή δεν έρχεται ποτέ, υπάρχει πάντα μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που θα σε οδηγήσει σε αυτόν. Κατάσταση εκτάκτου ανάγκης: συνεπαρμένος από το παιχνίδι τραβάς συνεχώς χαρτιά και πριν προλάβεις να το συνειδητοποιήσεις πιάνεις 31. Κέρδισες, μόνο που δεν σου έμαθε κανείς τι να κάνεις τα κέρδη σου. Αφού εδώ είναι τράπουλα και όχι ταξίδι, παραφράζεις στα γρήγορα τον Καβάφη, λες σημασία έχει το παιχνίδι και ξανακοιτάς τα χαρτιά που τράβηξες. 

26.07.2013 | 16:04

Γράφει ο Silentcrossing's

Επιστρέφοντας σπίτι πριν από μερικές μέρες βρήκα στη γειτονιά ένα γκρι μισοπεθαμένο γάτο, μάλλον πατημένο από αυτοκίνητο, τυλιγμένο σε ξεραμένα βρώμικα αίματα να σπαρταράει για ζωή. Στην αρχή νόμιζα ότι ήταν πεθαμένος, μετά όμως πρόσεξα ότι προσπαθούσε να κινηθεί, σηκωνόταν για λίγο στα πίσω πόδια, προχωρούσε μερικά εκατοστά και μετά ξανάπεφτε στο πεζοδρόμιο. Το καλοκαίρι οι δρόμοι γεμίζουν από νεκρά ζώα που κανείς δεν μαζεύει. Αυτό είναι δουλειά του Δήμου αλλά οι δημοτικοί αστυνομικοί δεν ασχολούνται ποτέ. Το ξέρω γιατί όσες φορές έχω τηλεφωνήσει για να μαζέψουν κάποιο νεκρό ζώο με έχουν γράψει στ’ αρχίδια τους, φαντάζομαι ότι ανησυχούν μην λιώσουν τα παγάκια στον φρεντοτσίνο. Έτσι τα ζώα παραμένουν στους δρόμους να τα πατάνε ξανά και ξανά τα αυτοκίνητα μέχρι να γίνουν ένα με την άσφαλτο και να εξαφανιστούν οριστικά.