Γράφει ο kapakapamoiris
Θυμάσαι τον γραφικό σου χαρακτήρα;
Λίγα πράγματα. Ελάχιστα. Τον συναντάω όλο και πιο σπάνια σε τίποτε ποστ-ιτ πάνω στα ντουλάπια της κουζίνας, στο ψυγείο, στα πλαϊνά του απορροφητήρα. Να παίρνει λίγο χρώμα το σπίτι.
Τον νοσταλγείς;
Γράφει το ποτρατίφ
Όταν άνοιξα κι εγώ μετά από καιρό την τηλεόραση για να δω σε ζωντανή μετάδοση να γίνεται πάλι μαύρη η οθόνη της τηλεόρασης λες και είναι σβηστή, σκέφτηκα ότι η ΕΡΤ έκλεισε και έχασαν τις δουλειές τους δυόμιση χιλιάδες άτομα. Αν και δεν ξέρω κανέναν που να δουλεύει στην ΕΡΤ, γνωρίζω πολύ καλά πώς είναι να σε απολύουν. Όμως μέχρι εκεί.Από το Silentcrossing's Blog
Την Άνοιξη οι βιβλιοθήκες γίνονται νεκροταφεία-εκεί κείνται όσοι δεν επέζησαν από αυτή. Όσοι δεν σήκωσαν κεφάλι στη ζωή, όσοι δεν πλανήθηκαν από τα χάδια της τρέφουν την αγωνία τους σκυμμένοι πάνω στα βιβλία: νικιέται ο χρόνος; Η Άνοιξη είναι μια βιβλιοθήκη, ανθισμένες γύρω της οι ζωές των ανθρώπων, ο έρωτας και ο θάνατος, η ανθοφορία και η φθορά. Η βιβλιοθήκη είναι μια σειρά ανοιξιάτικα πτώματα, ανοίξεις που έκλεισαν την πόρτα και πετάξαν το κλειδί στο χάος.
Γράφει ο kapakapamoiris
Λένε -αυτοί που κάναν την έρευνα- ότι μόνον εκείνοι που ζουν στριμωγμένοι ανάμεσα στον Ατλαντικό και τη χώρα του Ναδάλ μας ξεπερνάνε στην απαισιοδοξία. Κάτι σαν μια άτυπη ρεβάνς του Ντα Λουζ, σκέφτομαι. Μάλλον όψιμη και περιττή, σε καμιά τροπαιοθήκη δεν θα ‘νιωθε βολικά τέτοια πρωτιά.
Γράφει η Βασιλική Παραπούλη
Οι τελευταίες δυο εβδομάδες στο Μπαθ δεν περνούσαν με τίποτα. Μου φαίνονταν πραγματικά ατελείωτες. Ανυπομονούσα να ξημερώσει η μέρα που θα έπαιρνα το τρένο για να πάω για τελευταία φορά, επί του παρόντος, στο Paddington, και να πάρω το Heathrow Express για το αεροδρόμιο. Είχα ετοιμάσει τη μία από τις δυο βαλίτσες, μια εβδομάδα πριν!
Γράφει το kospanti
Ήμασταν και γαμώ τα ζευγάρια. Τα είχαμε όλα έτοιμα, στο χέρι. Νοικιάζαμε ένα μικρό ωραίο δυάρι. Φυσικά το πλήρωνε η οικογένειά της. Νέοι και ερωτευμένοι. Πώς να ξέρουμε τι πόλεμος γινόταν έξω από τα πενήντα τετραγωνικά μας; Το παίζαμε καλλιτέχνες. Εκείνη έφτιαχνε κολάζ, κοσμήματα, χειροτεχνίες γενικά. Εγώ είχα μετατρέψει το μικρό αποθηκάκι σε γραφείο. «Αυτή θα είναι η «καβάτζα» σου». Έτσι βάφτισε τον μικρό μου χώρο κι έλεγε «εδώ το υπέροχο μυαλό σου θα κατεβάζει ιδέες στο χαρτί». Έπειτα με φιλούσε.
Από το gasireu
(Πέτρινα Χρόνια) Το προηγούμενο καλοκαίρι ήταν ζεστό και στιγματίστηκε από τα Ιουλιανά. Την είδε στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου. Εκεί γνωρίστηκαν. Μόλις είχε χωρίσει από ένα αγόρι, που της είχε πει ξεκάθαρα, ότι δεν υπάρχει καμία προοπτική γάμου. Κάποιου είδους βεντέτα, ισχυριζόταν, τον έκανε να κρύβεται στην πρωτεύουσα. Μπορεί και να έλεγε αλήθεια. Ύστερα, επί χούντας, δόκιμος αξιωματικός στο Ναυτικό. Κάθε μεσημέρι τον έπαιρνε μετά τη δουλειά από το Α2 στην Κλαυθμώνος. Παρακολούθηση των ρωσικών υποβρυχίων. Η θέση απαιτούσε αψεγάδιαστο, πεντακάθαρο, δεξιό φάκελο. Δεν ήταν μια θέση για άτομα αμφίβολης πολιτικής τοποθέτησης. Αυτή είχε φάκελο, για ανόητους λόγους, που με κόπο κατάφερε ένας ενωμοτάρχης, παλιός οικογενειακός φίλος, να καθαρίσει.Γράφει ο kapakapamoiris
Πίνει εμφιαλωμένο νερό κρατώντας μια Βαμβουνάκη. Τίτλο δεν κατάφερα να δω. Αγνοώ γιατί οι εκδότες χαλαλίζουν πάντα για τις υπογραφές τη μεγαλύτερη γραμματοσειρά κι όχι για τον τίτλο. Δεν καταλαβαίνω γιατί ποτέ δεν δοκιμάζουν κάτι πέρα απ’ το πλατσούρισμα στα ρηχά και πεπατημένα. Όχι ότι θ’ αγχωθώ κιόλας. Πιο εύκολα βγάζω έρπη παρά βιβλίο.
Δεν είμαι σίγουρος ότι διαβάζει, δεν διακρίνω μάτια να κινούνται κάτω από τα μαύρα της γυαλιά. Τζάμια αυτή, τζάμια κι εγώ, δύσκολο έργο η παρατήρηση μετ΄εμποδίων. Ίσως γύρισε σελίδα, κάποια στιγμή που άλλαξε ρότα το βλέμμα μου. Κουρασμένο μα ευσυνείδητο, προπονημένο βλέμμα. Όχι σαν το σβέρκο του λύκου, δεν είναι καθηλωμένο μονόμπαντα στη γραμμή του ορίζοντα απέναντι. Αν κοιτάς συνέχεια εκεί σκέφτεσαι το φευγιό, μετά δεν έχεις καλό τέλος.
Από το gasireu
Ακούγοντας το Μαράκι να αφηγείται πάνω από ένα ποτήρι ρακή που γέμιζε και άδειαζε:
Όταν πεινάω πολύ, πίνω ένα αναψυκτικό. Μια ελαφριά γλύκα και μπουρμπουλήθρες γαργαλάνε το στομάχι μου. Προσπαθώ να μη γίνω χοντρή. Μέσα μου έχω εκ γενετής βαρίδια. Ακόμα και λίγα επιπλέον κιλά, θα με γείωναν τόσο αβάστακτα, που θα αισθανόμουν σαν φυλακισμένος στα κάτεργα, δεμένος με χοντρές αλυσίδες.Γράφει ο kapakapamoiris
Καρότο χοντοτριμμένο στο ρεντέ, μαϊδανός ψιλοκομμένος, κόκκινα τσίλι σε λεπτές ροδέλες, μια τσιμπιά αλάτι, λίγο λεμόνι, ξύδι, ελαιόλαδο απ' το καλό, όχι τσιγκουνιές με δεύτερα. Και κύμινο. Όσο αντέχει η ψυχή σου κι οι μασχάλες σου. Ανακατεύεις με τα χέρια, σα να στεγνώνεις τα μαλλιά της κόρης σου όταν ήταν πέντε, έξη. Τα σκουπίζεις στην πετσέτα, την πετάς στον πάγκο με περηφάνια. Ανοίγεις ένα κόκκινο, άμα σου βρίσκεται κανένα σπανιόλικο, της γειτονιάς, έπιασες τζακποτ. Όχι cheap Spanish wine, άσε τον Θεό να λέει τα δικά του, ένα Sangre del toro μια χαρά θα σε πάρει και θα σε σηκώσει. Αν τα τσίλι σου φαίνονται νωθρά, μισή κουταλιά μπούκοβο θα τα εξαγριώσει, μη τα λυπάσαι, τσίγκλα τα. Πάρε μια τσιμπιά, γέψου και μύρισε, ρίξε κι άλλο απ' ότι σου φάνηκε λειψό.
Φιλοξενία ιστοσελίδας Operon