Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Ιστορίες

the roots web banners 06

Ιστορίες

19.05.2013 | 15:48

Γράφει ο kapakapamoiris

Διαβάζοντας στο μπαλκόνι. Από τη μια κατεβασμένες τέντες για να γλιτώσω απ’ τον ήλιο και τους τριανταένα βαθμούς στις μια το μεσημέρι, στον αντίποδα δωμάτια που μυρίζουν grey flannel ανάκατο με γεροντίλα,  ατέλειωτη βροχή και μουσκεμένα σακάκια που περιφέρονται με και δίχως αφεντικά στα πάρκα και τα στενά της Γλασκώβης. Οι σελίδες φεύγουν γρήγορα, με κάποια αναπόφευκτα διαλείμματα για να απαντήσω στις καθιερωμένες κλήσεις της Κυριακής, «τι τρώτε σήμερα;», «τα παιδιά καλά;», «η πίεση του μπαμπά ψηλή, θα πάει στον γιατρό αύριο να του ρυθμίσει τα χάπια». Θα λείψουν πολύ αυτά τα γνώριμα τηλεφωνήματα, κάποια στιγμή.

17.05.2013 | 22:25

Από το Thethreewishes's Weblog

Έξω οι νεραντζιές γέμισαν νεραντζάκια. Δεν είναι υποκοριστικό – τα μισώ τα υποκοριστικά, με βγάζουν εκτός εαυτού. Πρόκειται όντως για κάτι πολύ μικρά, πολύ πορτοκαλί νεράντζια. Σαν αυγονέραντζα, ας πούμε. Ή νεραντζομπαλάκια του τένις. Γελοία παρομοίωση, παραστατική εντούτοις. Είναι παράξενο που τα δέντρα έχουν ταυτόχρονα άνθη και καρπούς. Μπορεί να φταίει αυτό που μας ψεκάζουν. Ή η άνοιξη, που φέτος παζαρεύει τις μέρες της με το χειμώνα και τα κάνουν όλα λίμπα στη μοιρασιά.

15.05.2013 | 15:42

Από το blog.costinho.gr

περπατούσαμε όλη μέρα κι αποκαμωθήκαμε κάποιος πήγαινε μπροστά εγώ κάπου πιο πίσω ακολουθούσα, ήμασταν πολλοί θυμάμαι ποιοι και πόσοι και κάτι γίνεται σε μια στιγμή και με βρίσκω να'χω ξεστρατίσει για τα καλά όμως
14.05.2013 | 12:54

Από το Rubies and Clouds

Πρωί στην Κηφισίας, με μισόκλειστα μάτια περιμένω το λεωφορείο. Ένας κοπριτάκος με βλέμμα παιδιού –όπως όλα τα σκυλιά- ουρά αεικίνητη, και φωνή αμετανόητου καπνιστή, γαυγίζει τ’ αυτοκίνητα που τρέχουν με χίλια. Είναι πολύ νωρίς, ο δρόμος άδειος κι οι νυσταγμένοι οδηγοί παραβιάζουν τα κόκκινα και τη στοιχειώδη λογική. Εδώ που κανείς δεν ασχολείται με την τήρηση κανόνων, είναι τόσο απλό να πατήσουν ένα σκύλο και να νοιαστούν μόνο για τη λακκούβα στη λαμαρίνα.
09.05.2013 | 14:51

Από το momentsandwinds.wordpress.com

Via del Corso, δίπλα στο μικρό παγωτατζίδικο. Ioύνιος, Ιούλιος, μπορεί κι Οκτώβρης, έξι Μάηδες πίσω, μπορεί κι επτά. Σε δρόμους κι εποχές κατακλυσμένα από κολοσσαία όλες οι λεπτομέρειες επουλώνονται με τον καιρό. Μόνο αν τελικώς σε κατάπιαν ζωντανό τα λιοντάρια ή όχι συγκρατείς. 

Παρατηρούσα επί αρκετή ώρα στην βιτρίνα τον μαύρο σκελετό, τα σκούρα τζάμια. Όσο πιο σκούρα. Να μην είναι ποτέ σίγουρα πλήθη, θηρία και τρόπαια αν τα θες λυσσασμένα, αν αμύνεσαι, επιτίθεσαι, πότε έχεις ήδη εγκαταλείψει.

09.05.2013 | 14:39

Από το thethreewishes.wordpress.com

Το τέλος του κόσμου θα έρθει σαν υπεριώδης έκρηξη ένα μεσημέρι με λίβα και παχιές αυγουστιάτικες μύγες στα χωράφια και στους αχυρώνες. Στους στάβλους τα άλογα θα ρουθουνίζουν τρομαγμένα από διαίσθηση. Οι αγελάδες και τα μοσχάρια θα ιδρώνουν κουνώντας σαν έκρυθμα εκκρεμή τις βαριές ουρές τους. Παντού θα υφέρπει κάτι απροσδιόριστα δραματικό. Στις ακρογιαλιές θα πλατσουρίζουν παιδιά με μπρατσάκια και στόματα μπουκωμένα με κεφτεδάκια και κασέρι. Στα βότσαλα οι αμέριμνες μαμάδες τους με τα γυαλιά πεταλούδα και τα πιε-ντε-πουλ μαγιό θα διαβάζουν Καζαμίες και ερωτικά μυθιστορήματα τσέπης κάτω από πάνινες ριγέ ομπρέλες, νιώθοντας γενικώς και αορίστως ερωτευμένες.

08.05.2013 | 13:05

Από το thethreewishes.wordpress.com

Νύχτωσε και είμαι ακόμη καθισμένος στον καναπέ με το μπλοκ ιχνογραφίας στο χέρι. Μια μύγα πετάει γύρω μου εδώ και ώρες. Το δωμάτιο είναι σκοτεινό και από το δρόμο ακούω κορναρίσματα και φωνές. Μάλλον κάποιο παρκαρισμένο Ι.Χ. κλείνει πάλι το δρόμο και δεν μπορεί να περάσει το 15. Ως συνήθως. Αν είχα υπερφυσικές δυνάμεις θα κατέβαινα, θα άρπαζα το αυτοκίνητο και θα το εκτόξευα στο τέλος της κατηφόρας. Με άνεση και στυλ. Μετά θα έκανα μια θεαματική υπόκλιση στον οδηγό του τρόλεϊ και στους επιβάτες που θα με χειροκροτούσαν γοητευμένοι κι έπειτα θα τίναζα τα χέρια μου να βγει ένα συννεφάκι σκόνης, όπως κάνει ο Μαύρος Πητ όταν ξεκαθαρίζει ένα τοπίο.

08.05.2013 | 12:53

Από τα μούτρα του George Le Nonce

 

Στις νέες χώρες,

τη μεγάλη βδομάδα επιτρέπεται να πενθείς.

Ακόμη κι αν είναι ιδιωτικό το πένθος σου

ακόμη κι αν δεν απορρέει από το θάνατο

συγχρωτίζεται με το περιρρέον

και φαίνεσαι σχεδόν φυσιολογικός.

01.05.2013 | 21:49

Οι μεγάλοι έρωτες δεν τελειώνουν ποτέ. Ούτε αρχίζουν. Μόνο διαρκούν σε έναν αιώνιο χρόνο κι είμαστε πάντα εκεί γι’ αυτούς. Κι όταν οι εραστές ξανασυναντηθούν είναι σαν χτύπημα. Χαμογελούν αμήχανα, κοιτούν βαθιά στα μάτια, κουνάνε το κεφάλι κάνοντας νεύμα με το βλέμμα να ξεχειλίζει δάκρυα και τρυφερότητα. Μένουν σιωπηλοί για ένα λεπτό, συγκινημένοι, κι έπειτα αγγίζονται, κρατούν σφιχτά τα χέρια ο ένας του άλλου και λένε αντίο. Και παίρνει λίγη ώρα μέχρι να μπορέσουν ξανά στα μάτια να κοιτάξουν κάποιον άλλο...

01.05.2013 | 16:34

Γράφει ο Ιωάννης Παναγιώτου

Είχα μόλις γυρίσει σπίτι. Είχα μόλις θάψει τη μάνα μου. Είχα κλάψει πολύ. Μετά βγήκα να διασκεδάσω. Δεν είχα πει τίποτα σε κανέναν.

Γύρισα στο σπίτι λίγο πριν το επόμενο μεσημέρι. Έπρεπε να ορίσω τον εαυτό μου σε σχέση με τη ζωή. Η μάνα μου ήταν το σημείο αναφοράς, έστω και εάν δεν την είχα σκεφτεί ποτέ σαν κάτι τέτοιο. Ήμασταν σαν τη Γη και το φεγγάρι. Σχέση απόστασης, εξάρτησης, μαγνητισμού και αμοιβαίας καταστροφής, αποστροφής.

Ό,τι έκανα ήταν ως κάποιο βαθμό, με έναν αδιόρατο τρόπο, συναρτώμενο με εκείνη.

«Πέθανε η μαμά», επανέλαβα δακρύζοντας. Διπλώθηκα στο κρεβάτι της σαν βρέφος. Επαναλάμβανα τη λέξη συλλαβιστά και ασταμάτητα: «ΜΑ-ΜΑ, ΜΑ-ΜΑ, ΜΑ-ΜΑ!»